Καρκίνος ουροδόχου κύστεως
Ο καρκίνος της ουροδόχου κύστης είναι ο συνηθέστερος καρκίνος του ουροποιητικού με συχνότητα 100 περιστατικών σε κάθε 100.000 άνδρες και 2.5 περιστατικά σε κάθε 100.000 γυναίκες.
Προδιαθεσικοί Παράγοντες
- κάπνισμα
Οι καπνιστές διατρέχουν 3 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου ουροδόχου κύστης. Ως υπεύθυνες ουσίες έχουν ενοχοποιηθεί οι νιτροζαμίνες και 2-ναρθαλαμίνη και 4-αμινοπεφανόλη για την ανάπτυξη του καρκίνου της ουροδόχου κύστεως. Οι καπνιστές παρουσιάζουν μεγαλύτερο αριθμό μεταλλάξεων στα ουροθηλιακά κύτταρα. - επαγγελματικοί παράγοντες
Επαγγέλματα που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου ουροδόχου κύστης είναι αυτά που εισπνέουν χρωστικές αναλίνης, όσοι ασχολούνται με βυρσοδεψίες, κομμωτές, ζωγράφοι, ελαιοχρωματιστές, εργάτες μετάλλων κ.α.
Επιπλέον, έχουν ενοχοποιηθεί η κατάχρηση αναλγητικών φαρμάκων, το φάρμακο κυκλοφωσφαμίδη, οι χρόνιες φλεγμονές και η χρήση τεχνητών γλυκαντικών.
Συμπτώματα – Κλινική Εικόνα
Το πρώτο και συχνότερο σύμπτωμα του καρκίνου της ουροδόχου κύστεως είναι η αιματουρία σε ποσοστό 80-95% των ασθενών με καρκίνο της ουροδόχου κύστεως.
Τα χαρακτηριστικά της αιματουρίας σε καρκίνο ουροδόχου κύστεως είναι:
- Συνήθως ανώδυνη δηλαδή ο ασθενής δεν αναφέρει πόνο
- Ολική δηλαδή εμφανίζεται από την έναρξη έως το τέλος της ούρησης
- Διαλείπουσα ή συνεχής.
Άλλα συμπτώματα που μπορεί να εμφανίσει ο ασθενής με καρκίνο ουροδόχου κύστεως είναι η συχνοουρία, η δυσουρία (πόνος κατά την ούρηση) και η επιτακτική ούρηση (άμεση ανάγκη για ούρηση).
Σε προχωρημένη επέκταση του καρκίνου της ουροδόχου κύστεως μπορεί να υπάρχει ανουρία και διήθηση άλλων οργάνων από μετάσταση.
Διάγνωση
Η διάγνωση του καρκίνου της ουροδόχου κύστεως θα τεθεί με τη βοήθεια των παρακάτω εξετάσεων:
- Κλινική Εξέταση
- Υπερηχογράφημα ουροποιητικού
- Ενδοφλέβια ουρογραφία
- Κυστεοσκόπηση με πιθανή λήψη βιοψιών
- Κυτταρολογικά ούρων
Οι παραπάνω εξετάσεις σε συνδυασμό με την αξονική τομογραφία και το σπινθηρογράφημα οστών θα καθορίσουν τη βαρύτητα και την πρόγνωση της νόσου.
Θεραπεία
Ο καρκίνος της ουροδόχου κύστεως διακρίνεται σε δύο κατηγορίες ανάλογα με το βάθος της επίπτωσης του στο τοίχωμα της ουροδόχου κύστεως.
- επιφανειακός καρκίνος: ο οποίος διηθεί τον βλενογόνο και το χόριο αλλά δεν διηθεί το μυικό χιτώνα.
- διηθητικός καρκίνος: ο οποιός διηθεί το μυικό χιτώνα της ουροδόχου κύστεως και μπορεί να φθάσει μέχρι το λίπος αυτού.
Η διάκριση των δύο αυτών κατηγοριών γίνεται μετά από τη διουρηθρική αφαίρεση του καρκίνου και την ιστολογική εξέταση αυτού.
- Θεραπεία επιφανειακού καρκίνου ουροδόχου κύστεως
Η διουρηθρική εκτομή του καρκίνου της ουροδόχου κύστεως γίνεται με γενική ή ραχιαία αναισθησία και χρήση ειδικού ενδοουρολογικού εργαλείου του ρεζεκτοσκοπίου.
Τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο το διπολικό ρεζεκτοσκόπιο για καλύτερα αποτελέσματα.
Ο ασθενής συνήθως την επόμενη ημέρα εξέρχεται από την κλινική.
Μετά τη διουρηθρική και ανάλογα με την ιστολογική εξέταση του καρκίνου της ουροδόχου κύστεως μπορεί να χρειαστεί συμπληρωματική θεραπεία με ενδοσκοπικές εγχύσεις με σκοπό την αποφυγή υποτροπής ή εξέλιξης του καρκίνου της ουροδοχου κύστεως σε διηθητικό.
Επίσης, απαιτείται κυστεοσκοπικός έλεγχος, το χρονοδιάγραμμα του οποίου καθορίζεται από τη βιοψία.
Σκοπός της επαναληπτικής κυστεοσκόπησης είναι η πρόληψη των υποτροπών στο αρχικό στάδιο, δεδομένου ότι ένα ποσοστό μέχρι το 80% μπορεί να υποτροπιάσει.
Θεραπεία διηθητικού καρκίνου
Όταν ο καρκίνος έχει διηθηστεί στο μυικό χιτώνα της ουροδόχου κύστεως, απαιτείται ριζικότερη θεραπεία.
Αυτή είναι η κυστεοκτομή δηλαδή η αφαίρεση της ουροδόχου κύστεως, του προστάτη και των σπερματοδόχων κύστεων και η δημιουργία νεοκύστης (νέας ουροδόχου κύστης) από έντερο, όπου ο ασθενής ορεί φυσιολογικά.
Όταν αυτό δεν είναι εφικτό για ογκολογικούς λόγους, τότε γίνεται εκτροπή των ούρων, τα οποία εξέρχονται μέσω στομίας από το κοιλιακό τοίχωμα και συλλέγονται σε σάκο (όπως κολοστομία).
- Ακτινοβολία
Εφαρμόζεται σε διηθητικό ή μεταστατικό καρκίνο της ουροδόχου κύστεως. Δυστυχώς η πρόγνωση είναι φτωχή. - Χημειοθεραπεία
Εφαρμόζεται σε μεταστατικό καρκίνο. Ώς βάση της χρησιμοποιούνται τα παρακάτω φάρμακα: πλατίνη, βινβλαστίνη, μεθοτρεξάτη, δοξυρο….