Σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα

Σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα είναι οι ασθένειες οι οποίες μεταδίδονται μέσω σεξουαλικής επαφής. Οι υπεύθυνοι μικροοργανισμοί μεταδίδονται από άνθρωπο σε άνθρωπο μέσω του σπέρματος και των κολπικών υγρών. Η συχνότητα των σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια.

Το γεγονός αυτό οφείλεται στα παρακάτω :

  • Σεξουαλική επαφή χωρίς χρήση προφυλακτικού. Κολπική ή πρωκτική διείσδυση δίχως χρήση προφυλακτικού καθιστά πολύ εύκολη τη μόλυνση από σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα. Χαρακτηριστικά, αναφέρουμε ότι σεξουαλική επαφή ενός πάσχοντος με βλεννόρροια χωρίς προφύλαξη οδηγεί σε μόλυνση του συντρόφου του σε ποσοστό 70-80% μετά από μία μόνο επαφή.
  • Εναλλαγή πολλαπλών ερωτικών συντρόφων. Συχνή αλλαγή ερωτικού συντρόφου, αυξάνει την πιθανότητα μόλυνσης από σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα.
  • Ιστορικό προηγηθείσας μόλυνσης από σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα. Κυρίως όταν δεν λάβουν θεραπεία και οι δύο σύντροφοι είναι πιθανό ο ένας να επαναφέρει την λοίμωξη στον άλλον (φαινόμενο ping-pong). Επίσης, πολλές φορές το ανοσοποιητικό του πάσχοντος από σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα είναι επηρεασμένο και ευάλωτο σε μόλυνση από άλλο σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα.
  • Η κατάχρηση αλκοόλ και ψυχοτρόπων φαρμάκων. Λόγω επήρειας του αλκοόλ μπορεί να παρατηρηθεί χαλάρωση των αναστολών και συμμετοχή σε ‘επικίνδυνα’ σεξουαλικές συνευρέσεις.
  • Ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών. Κυρίως αφορά στο AIDS και στην ηπατίτιδα. Η κοινή χρήση βελόνας αυξάνει την πιθανότητα μετάδοσης των σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων μέσω αίματος.
  • Πρώιμη έναρξη σεξουαλικής ζωής. Αφορά τις έφηβες στις οποίες δεν έχει ολοκληρωθεί πλήρως η ανάπτυξη των γεννητικών οργάνων και έτσι καθίστανται πιο ευάλωτες σε μόλυνση από σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα.

Τα σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα εκδηλώνονται συνήθως με:

  • Δερματικές βλάβες στα γεννητικά όργανα, τον πρωκτό ή το στόμα
  • Πιο επώδυνη ούρηση
  • Έκκριμα από το πέος
  • Κολπικό έκκριμα, συνήθως δύσοσμο
  • Κολπική αιμορραγία
  • Λεμφαδενοπάθεια, η οποία είναι συνήθως βουβωνική

Για τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα ευθύνονται κυρίως οι παρακάτω μικροοργανισμοί:

  • Βακτήρια (γονόρροια ,ουρηθρίτιδα, σύφιλη, χλαμύδια)
  • Παράσιτα ( μύκητες, τριχομονάδες)
  • Ιοί (ιός του AIDS, ιός του έρπη)

 

Ουρηθρίτιδα

Η ουρηθρίτιδα είναι φλεγμονή της ουρήθρας, η οποία προκαλείται από το γονόκοκκο ή και από άλλους αιτιολογικούς παράγοντες.

Έτσι, οι ουρηθρίτιδες διακρίνονται σε δύο κατηγορίες:

  • Στη γονοκοκκική ουρηθρίτιδα και
  • Στην μη γονοκοκκική ουρηθρίτιδα

 

Ο ασθενής προσέρχεται στον ιατρό λόγω εμφάνισης υγρού από το έξω στόμιο της ουρήθρας ανεξάρτητα από την εκσπερμάτιση. Το υγρό αυτό μπορεί να λερώνει το εσώρουχό του. Το χρώμα του υγρού μπορεί να είναι λευκωπό και αυτό είναι χαρακτηριστικό της γονοκοκκικής ουρηθρίτιδας, η οποία και χαρακτηρίζεται ως “λευκόροια”, είτε ως διαυγές συνήθως στις μη γονοκοκκικές ουρηθρίτιδες. Τα συμπτώματα εμφανίζονται 2-3 24 ώρα μετά την μόλυνση.

Η καλλιέργεια ουρηθρικού εκκρίματος και η χρήση θα θέσει την διάγνωση (γονοκοκκικής ή μη γονοκοκκικής ουρηθρίτιδας). Ως θεραπεία συνιστάται η χορήγηση αντιβιοτικών από το στόμα σιπροφλοξασίνης ή δοξυσυκλίνης σε συνδυασμό ή όχι με εφάπαξ δόση κεφαλοσπορίνης 3ης γενιάς.

 

Μυκητίαση

Δεν θεωρείται αυστηρά ΣΜΝ παρά μόνον όταν μεταδίδεται από σύντροφο σε σύντροφο. Χαρακτηρίζεται από ερυθρές και υγρές περιοχές, οι οποίες εντοπίζονται συχνότερα στη βάλανο και κάτω από την ακροποσθία.

Συχνά, ο ασθενής αναφέρει κνησμό και καύσο κατά την ούρηση. Η σεξουαλική επαφή μπορεί να είναι ιδιαίτερα επώδυνη. Συχνά, ανάμεσα στους σεξουαλικούς συντρόφους αναπτύσσεται το φαινόμενο “πινγκ-πονγκ”, με αναμετάδοση της νόσου από τον έναν στον άλλο για αυτό θα πρέπει να θεραπεύονται και οι δύο.

Η θεραπευτική αγωγή περιλαμβάνει χορήγηση αντιμυκητιασικής κρέμας τοπικά σε συνδυασμό με από του στόματος θεραπεία για 10 ημέρες. Επί συχνών υποτροπών των μυκήτων στην ακροποσθία μπορεί να εμφανιστεί φίμωση, η οποία οδηγεί σε φαύλο κύκλο. Έτσι, αν παρατηρούνται υποτροπές της μυκητίασης σε έδαφος φίμωσης ο ασθενής θα πρέπει να υποβάλλεται σε περιτομή.

 

Χλαμύδια

Τα χλαμύδια είναι μία από τις συχνότερες σεξουαλικά μεταδιδόμενες ασθένειες. Στις Η.Π.Α κάθε χρόνο καταγράφονται 3 εκατομμύρια νέα περιστατικά σε άνδρες, γυναίκες και παιδιά.

Τα χλαμύδια μεταδίδονται από υγρά ή από τα τοιχώματα του κόλπου μολυσμένων γυναικών ή από τα υγρά της ουρήθρας των μολυσμένων ανδρών.

Πρέπει να τονίσουμε ότι τα χλαμύδια μπορεί να μεταδοθούν και μέσω των χεριών, για σύντομο χρονικό διάστημα μετά την επαφή τους με τα γεννητικά όργανα προκαλώντας επιπεφυκίτιδα.

Τα κυριότερα συμπτώματα είναι:

  • Πόνος και οίδημα στους όρχεις
  • Κάψιμο κατά την ούρηση
  • Έκκριση υγρού και φλεγμονή στο πέος

Ωστόσο, το 70% των ασθενών παραμένουν ασυμπτωματικοί. Η διάγνωση θα γίνει από το ιστορικό, την κλινική εικόνα και τις εργαστηριακές εξετάσεις. Η θεραπεία περιλαμβάνει τη χορήγηση αντιβιοτικών από το στόμα και θα πρέπει να θεραπεύεται και ο ερωτικός σύντροφος.

 

Τριχομονάδες

Οι τριχομονάδες είναι μία από τις πιο συνηθισμένες σεξουαλικά μεταδιδόμενες ασθένειες. Οφείλεται στο παράσιτο trichomonas vaginalis.

Η μόλυνση από τριχομονάδες είναι η συχνότερη μόλυνση σε νεαρές γυναίκες σεξουαλικά ενεργές. Στα γυναίκες εστία μόλυνσης είναι ο κόλπος , ενώ στους άνδρες η ουρήθρα.Το παράσιτο δεν επιβιώνει στο στόμα ή στον πρωκτό.

Στους άνδρες η νόσος μπορεί να είναι ασυμπτωματική ή να παρατηρηθεί ερεθισμός εντός του πέους κυρίως και κάψιμο στην ουρήθρα μετά από ούρηση ή εκσπερμάτιση.

Στις γυναίκες η κολπική μόλυνση από τριχομονάδες εκδηλώνεται με ερεθισμό και κνησμό στα γεννητικά όργανα. Επίσης, παρατηρούνται εκκρίσεις ορρώδεις, κίτρινες ή πράσινες ή ασπροπράσινες με δυσάρεστη οσμή. Συχνά παρατηρείται πόνος και κάψιμο κατά την ούρηση ή τη συνουσία.

Η θεραπεία περιλαμβάνει τη χορήγηση μετρονιδαζόλης ή τινιδαζόλης από το στόμα. Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι θεραπεία πρέπει να λάβουν οπωσδήποτε και οι δύο σύντροφοι ταυτόχρονα για να εξαλειφθεί το παράσιτο.

 

Σύφιλη

Η σύφιλης είναι βακτηριακή νόσος η οποία μεταδίδεται βακτηριακά. Οφείλεται στο treponema pallidum. Ο χρόνος εμφάνισης συμπτωμάτων μετά την μόλυνση ποικίλει από 10-90 μέρες με μέσω όρο τις 21 μέρες.

Συμπτώματα

Η επίκτητη σύφιλη αν δεν θεραπευτεί έγκαιρα, μπορεί να εκδηλωθεί ως:

  • Πρωτοπαθή σύφιλη: Χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση δερματικής βλάβης με τη μορφή του έλκους ανώδυνου στα γεννητικά όργανα. Σπανιότερα, το έλκος εμφανίζεται στον πρωκτό ή το στόμα μετά από πρωκτικό ή στοματικό σεξ αντίστοιχα.
  • Δευτεροπαθής σύφιλη: Χαρακτηρίζεται από γενικευμένο εξάνθημα στο δέρμα στη βλενογόνο , η γενικευμένη λεμφαδενοπάθεια και ηπατομεγα.Η διάγνωση θα τεθεί από τα συμπτώμτα και από ειδικές αιματολογικές εξετάσεις. Η θεραπεία περιλαμβάνει χορήγηση πενικιλίνης και έξι ενδομυικά εφάπαξ και επανάληψη μετά από εφτά μέρες. Εναλλακτικά, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ερυθρομυκίνη ή τετρακυκλίνη.

 

Έρπητα γεννητικών οργάνων

Οφείλεται στον ιό του απλού έρπη και περιλαμβάνει δύο τύπους, τον τύπο 1 και τύπο 2. Ο τύπος 2 ευθύνεται κατεξοχήν για την εμφάνιση γεννητικών βλαβών.

Ο χρόνος εμφάνισης των συμπτωμάτων μετά από την μόλυνση από τον ιό κυμαίνεται από 2-10 μέρες.
Ο γεννητικός έρπης εκδηλώνεται με τα παρακάτω συμπτώματα. Πόνος στο σημείο της βλάβης και ακολούθως εμφάνιση πολλαπλών ελκόμορφων βλαβών συνοδευόμενος από λεμφαδενοπάθεια. Τα συμπτώματα μπορεί να διαρκέσουν τρεις εβδομάδες.

Η θεραπεία περιλαμβάνει χορήγηση ακυκλοβήρης και από το στόμα. Σοβαρές περιπτώσεις απαιτούν τη χορήγηση ακυκλοβήρης ενδοφλέβια.

 

Σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας

Ο ιός του AIDS (HIV I και HIVII) προσβάλει το ουροποιογεννητικό σύστημα και προκαλεί πλήθος διαταραχών. Τα συμπτώματα που προκαλεί ο ιός του AIDS δεν είναι ειδικά, έχουν όμως το χαρακτηριστικό να μην υποχωρούν με τη συνήθη θεραπεία.

Οι ειδικές ουρολογικές εξετάσεις αίματος θα θέσουν την διάγνωση και ακολούθως η θεραπεία είναι στοχευμένη ανάλογα με το όργανο που πάσχει, σε συνδυασμό με την συστηματική αντιιική αγωγή.

Το AIDS εκδηλώνεται συχνότερα με βακτηριακή προστατίτιδα που μπορεί να οδηγήσει σε δημιουργικά αποστήματα. Συνηθισμένες είναι επίσης οι ορχίτιδες και οι επιδιδυμίτιδες που οφείλονται σε κυττατομεγαλοιούς.

Το σάρκωμα Καρότι είναι συχνή κακοήθεια στους ασθενείς με AIDS και εμφανίζεται κυρίως στα γεννητικά όργανα με τη μορφή ερυθρών πλακών ή όζων. Εκδήλωση του AIDS με προσβολή άλλων οργάνων του ουροποιητικού συστήματος είναι πολύ σπάνια.